Ο άνθρωπος που προέβλεψε το μέλλον με μία από τις γνωστότερες φράσεις παγκοσμίως!

Άντι Γουόρχολ

Advertisement

Επιμέλεια Γιάννης Ελευθερίου  

Σε εκείνον ανήκει μία από τις πιο διάσημες φράσεις της γης. Κανένας καλλιτέχνης του 20ού αιώνα, αν εξαιρέσουμε τον Πικάσο και τον Νταλί, δεν έφθασε σε ανάλογη παγκόσμια φήμη.

Προέβλεψε με κάποιο τρόπο το μέλλον λέγοντας χαρακτηριστικά, «Στο μέλλον ο καθένας θα είναι παγκοσμίως διάσημος για δεκαπέντε λεπτά». Οι εξελίξεις τον δικαίωσαν με τις διάφορες γνωστές διαδικτυακές εφαρμογές (facebookTikTokyoutube κ.α).

Ο λόγος για τον Άντι Γουόρχολ που πέθανε σαν σήμερα 22 Φεβρουαρίου 1987.

Αναλυτικότερα και σύμφωνα με τη Wikipedia, ο Άντι Γουόρχολ (6 Αυγούστου 1928 — 22 Φεβρουαρίου 1987) ήταν Αμερικανός πολυσχιδής καλλιτέχνης, ζωγράφος, γλύπτης, κινηματογραφιστής, συγγραφέας και συλλέκτης, πρωτοπόρος του κινήματος της ποπ αρτ.

Βιογραφία

Απόγονος ρουθήνων μεταναστών από την Αυστρουγγαρία που εγκαταστάθηκαν στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής, γεννήθηκε στο Πίτσμπουργκ της Πενσυλβάνια. Την περίοδο 1945-9 σπούδασε στο Ινστιτούτο Τεχνολογίας του Κάρνεγκι και κατόπιν εγκαταστάθηκε στη Νέα Υόρκη, όπου εργάστηκε αρχικά σαν σχεδιαστής παπουτσιών όπου και τον πρόσεξε ο πασίγνωστος τότε γκαλλερίστας Αλέξανδρος Ιόλας και τον προώθησε στο περιοδικό Glamour σαν εικονογράφο. Η ενασχόλησή του με τη ζωγραφική ξεκίνησε στις αρχές της δεκαετίας του 1960 και αρχικά ήταν επηρεασμένη από θέματα διαφημίσεων, καθημερινά αντικείμενα και την εικονογραφία των κόμικς, δίνοντας τα πρώτα δείγματα γραφής της Ποπ Αρτ. Με πίνακες που απεικόνιζαν κουτιά σούπας της εταιρείας Κάμπελ ή μπουκάλια Κόκα Κόλα, απέκτησε μεγαλύτερη φήμη και μέχρι το 1963 παρήγαγε μαζικά τέτοιου τύπου επιτηδευμένα κοινότοπες αναπαραστάσεις καταναλωτικών προϊόντων, καθώς και προσωπογραφίες διασημοτήτων – μεταξύ αυτών και αρκετά πρόσωπα που αποτελούσαν σύμβολα της αμερικανικής ποπ κουλτούρας – σε φανταχτερά χρώματα και συχνά ως μεταξοτυπίες.

Ο Άντι Γουόρχολ
Ο Άντι Γουόρχολ

Από τα μέσα της δεκαετίας του 1960, ο Γουόρχολ αφοσιώθηκε στον κινηματογράφο, σκηνοθετώντας ταινίες που χαρακτηρίζονταν από τη διάθεση πειραματισμού και πρόκλησης, το ερωτικό στοιχείο και ενίοτε την ασυνήθιστη διάρκειά τους. Στα πιο γνωστά έργα του ανήκουν τα The Chelsea Girls (1966), Eat (1963), My Hustler (1965) και Blue Movie (1969). Στην ταινία Empire (1964), διάρκειας οκτώ ωρών με πλάνα αποκλειστικά του Empire State Building σε πραγματικό χρόνο, ο Γουόρχολ παρουσίασε στην πιο ακραία μορφή της, τη δική του αισθητική τού βαρετού. Από το 1962 μέχρι το 1968, εργαστήριο του αποτέλεσε ένας χώρος που στο παρελθόν στέγαζε εργοστάσιο, και για αυτό ονομάστηκε Factory. Σύντομα εξελίχθηκε σε τόπο συγκέντρωσης διασημοτήτων, καλλιτεχνών, μελών της αβάν γκαρντ και αντεργκράουντ κουλτούρας, τοξικομανών, ομοφυλόφιλων, μουσικών και φιλότεχνων. Μετά από απόπειρα δολοφονίας του στο Factory από τη Βαλερί Σολάνας, στις 3 Ιουνίου του 1968, ο Γουόρχολ κράτησε αποστάσεις από τον αντισυμβατικό περίγυρό του, συναναστρεφόμενος περισσότερο με πλούσια μέλη της υψηλής κοινωνίας. Από το έργο του στη διάρκεια της δεκαετίας του 1970, ξεχωρίζουν οι κατά παραγγελία προσωπογραφίες που τύπωνε ως μεγεθύνσεις φωτογραφιών Polaroid, πολλές από τις οποίες αφορούσαν πολιτικές φυσιογνωμίες και διασημότητες του Χόλυγουντ. Στη δεκαετία του 1980, συνεργάστηκε με τον Φραντσέσκο Κλεμέντε και τον νεοεξπρεσιονιστή ζωγράφο Ζαν Μισέλ Μπασκιά. Στα τελευταία χρόνια της ζωής του ασχολήθηκε εκ νέου με τη ζωγραφική, δίνοντας μια σειρά πινάκων βασισμένων σε θρησκευτικά θέματα της αναγέννησης, όπως ο Μυστικός Δείπνος (1986). Πέθανε το Φεβρουάριου του 1987, στην πόλη της Νέα Υόρκης, μετά από επιπλοκές κατά τη διάρκεια επέμβασης αφαίρεσης της χολής του. Ο Γουόρχολ υπήρξε συστηματικός συλλέκτης έργων, κυρίως κοσμημάτων, διακοσμητικής και λαϊκής τέχνης, τα οποία δημοπρατήθηκαν μετά το θάνατό του. Το Μουσείο Άντι Γουόρχολ, με πλούσια συλλογή έργων του, εγκαινιάστηκε το 1994 στο Πίτσμπουργκ.

Advertisement

Δείτε επίσης

Advertisement

ADVERTISEMENT​

Advertisement

Advertisement